
Ο Alexandre Zhu είναι Γάλλος καλλιτέχνης με καταγωγή από την Κίνα, γεννημένος το 1993. Τα παιδικά του χρόνια μοιράστηκαν μεταξύ της Σαγκάης και του Παρισιού, γεγονός που επηρέασε δημιουργικά στη συνέχεια την αισθητική της καλλιτεχνικής του πρακτικής. Αποφοίτησε από την École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs de Paris το 2018 και έχει επίσης σπουδάσει στη Σχολή Εικαστικών Τεχνών στη Νέα Υόρκη. Σήμερα ζει και εργάζεται στο Παρίσι και η εικαστική του δραστηριότητα βρίσκεται σε εξέλιξη μέσα από καθημερινή συστηματική δουλειά στο εργαστήριό του. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από την πρακτική σχεδίασης με κάρβουνο ενώ πρόσφατα ξεκίνησε και μια νέα σειρά μέσω της οποία επιχειρεί γλυπτικά να δοκιμάσει τις τρεις διαστάσεις. Επηρεασμένος από τα μέχρι τώρα ταξίδια και τη διαμονή του σε μεγάλες μητροπόλεις (Παρίσι ,Νέα Υόρκη, Σαγκάη), η παρατήρηση του αστικού τοπίου και των οικοδομικών κατασκευών και υλικών αποτελούν κεντρικό πυρήνα της καλλιτεχνικής του δημιουργίας.
Μαρία Ξυπολοπούλου: Η δουλειά σου χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, αφενός το φυσικό τοπίο (Awaiting 2019, Hadal 2020) και αφετέρου το αστικό τοπίο μέσω της αναπαράστασης οικοδομικών υλικών (Leviathan 2020-2021, Armor Units 2020, Landmarks 2017-2020). Πώς ξεκίνησαν αυτές οι σειρές και πώς εξελίχθηκε η παράλληλη έρευνα σε αυτούς τους δύο τομείς;
Alexandre Zhu : Με εντυπωσίασε η μαζική εξέλιξη της Σαγκάης, της πόλης από την οποία κατάγεται η οικογένειά μου και όπου περνούσα και εγώ αρκετούς μήνες το χρόνο. Τις τελευταίες φορές που επισκέφτηκα την πόλη το αστικό τοπίο είχε αλλάξει σε τέτοιο βαθμό που δυσκολευόμουν να αναγνωρίσω κάποιες γειτονιές. Οι αλλαγές αυτές στο πέρασμα των χρόνων έγιναν όλο και πιο έντονες και η παροδική αρχικά κατάσταση κατασκευής κατέληξε να κυριαρχεί ως εικόνα και να γίνεται ένα πολύ οικείο θέαμα. Την περίοδο της παραμονής μου στην Νέα Υόρκη, συνειδητοποίησα ότι οι οικοδομικές αλλαγές ήταν έντονες και σ’αυτή την πόλη. Ξεκίνησα λοιπόν να παρατηρώ τις ομοιότητες αυτής της παγκοσμιοποιημένης αισθητικής, του εργοταξίου μεταξύ των μεγάλων μητροπόλεων που γνώριζα μέσα από τα ταξίδια μου. Αυτή η διαδικασία παρατήρησης συνεχίστηκε και εμπλουτίστηκε με την φωτογραφική καταγραφή τυποποιημένων αντικειμένων των οικοδομικών κατασκευών που αποτέλεσαν αργότερα το βασικό υλικό για τη σειρά σχεδίων Landmarks (2017-2020). Επηρεασμένη από τον Ρομαντισμό (Friedrich, John Martin …), η δουλειά μου γύρω από το τοπίο αντικατοπτρίζει την αντίθεση αυτών των συχνά αμφιλεγόμενων κατασκευών στη φύση και επιχειρεί να εδραιώσει μια στοχαστική φαντασία. Τόσο οι οικοδομικές φόρμες όσο και τα φυσικά τοπία, προτιμώ να δίνονται στο θεατή χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο, χωρίς να περιορίζονται σημασιολογικά, έτσι ώστε να επιτρέπουν κάθε πιθανή ερμηνεία και προσέγγιση.

ΜΞ: Τα πρώτα σχέδια της σειράς Landmarks (2017-2020) χαρακτηρίζονται από ρεαλισμό. Παρόλα αυτά η σειρά εξελίσσεται διαφορετικά, δυσκολευόμαστε στη συνέχεια να ταυτοποιήσουμε την ακριβή φύση των αντικειμένων (Léviathan, 2020-2021). Ταυτόχρονα, το παράλληλο ξεκίνημα της σειράς των θαλασσογραφιών με την εξέλιξη της σειράς των δομικών υλικών, σηματοδοτεί και ένα δεύτερο επίπεδο: το πέρασμα από κάτι πολύ συγκεκριμένο σε πιο ελεύθερες χειρονομίες.
AZ: Η σειρά Landmarks απομονώνει τα δομικά υλικά σ’ ένα ξεθωριασμένο, ανύπαρκτο τοπίο που ενισχύεται από το λευκό του χαρτιού, με σκοπό να αποτελέσουν αυτόνομα ενοιγματικά γλυπτά χωρίς καμία σύνδεση με το αρχικό τους περιβάλλον. Τα πρώτα σχέδια της σειράς είναι πιστά στην αναπαράσταση των αρχικών αντικειμένων καθώς δημιουργήθηκαν σε ένα στάδιο δοκιμής και πειραματισμού. Στη συνέχεια, αποφάσισα να “αυτονομηθούν” τα αντικείμενα αυτά, να νοηματοδοτηθούν εκ νέου μέσα από την καλλιτεχνική πρακτική και τη φαντασία των θεατών (Armour Units 2020). Στην πιο πρόσφατη εξέλιξη της σειράς (Leviathan 2021) τα δομικά υλικά παρουσιάζονται ως θραύσματα του αρχικού αντικειμένου. Το όνομα της σειράς παραπέμπει συνειρμικά στο μυθολογικό τέρας Λεβιάθαν (Leviathan, Thomas Hobbes 1651), ικανό να οικοδομήσει ή να καταστρέψει τον κόσμο, αφήνοντας έτσι ένα σχόλιο για την παρέμβαση των υλικών αυτών στο αστικό τοπίο και την αισθητική τους. Όσον αφορά τις θαλασσογραφίες, η αφαιρετική διάθεση προκύπτει μέσα από την εξέλιξη της τεχνικής. Η δουλειά των υλών είναι βασικό στάδιο στα σχέδια που κάνω. Με οδήγησε με πολύ φυσικό τρόπο σε χειρονομίες σταδιακά περισσότερο ευέλικτες και σε μεγαλύτερες κλίμακες (Primitive Displays 2021). Και οι δύο σειρές, πράγματι, εξελίχθηκαν τελικά με παρόμοιο τρόπο, με την επιθυμία να μην αναπαράγεται πλέον το αντικείμενο ή το τοπίο αλλά να εμβαθύνουμε στη λεπτομέρεια τους για να αναδείξουμε «θραύσματα».
ΜΞ: Τι σε ώθησε να επιλέξεις αυτά τα συγκεκριμένα δομικά υλικά; «Ερείπια μιας παγκοσμιοποιημένης, καλπάζουσας και τυποποιημένης εποχής, ερείπια μιας βάναυσης σοβιετικής αρχιτεκτονικής» όπως υπογραμμίζει ο Arslane Smirnov.
AZ: Τα πρώτα έργα προέρχονται από την παρατήρηση του αστικού τοπίου και εστιάζουν σε αυτά τα τυποποιημένα δομικά υλικά που συναντά κανείς σε ένα εργοτάξιο. Στην πορεία άρχισε να με ενδιαφέρει και ο κοινωνικό-πολιτικός συμβολισμός τους. H παγκοσμιοποιημένη παρουσία τους και η μαζική παραγωγή τους, δημιουργούν μια συγκεκριμένη μορφή παγκόσμιας ομογενοποίησης. Αυτή ακριβώς η καθολική πτυχή με ενδιαφέρει. Οι τίτλοι συχνά αναφέρονται σε αυτό το στοιχείο : η σειρά Waves που παράγεται στα τέλη του 2019, απηχεί την έλευση ενός φαινομένου μαζικών διαδηλώσεων που έλαβαν χώρα εκείνη τη χρονιά στον κόσμο (αναφερόμενη στην έκφραση “παγκόσμιο κύμα διαμαρτυρίας”). Εμπνευσμένα από εικόνες τύπου, αυτά τα σχέδια απεικονίζουν κενές σημαίες, άκαμπτες και ραγισμένες, που δεν πιστοποιούν πλέον ότι ανήκουν σε μια χώρα ή μια ομάδα.

ΜΞ: Αυτή η δουλειά ξεκίνησε από την πτυχιακή σου εργασία με θέμα “ ο θάνατος των ερηπειων” μια σειρά φωτογραφιών που αποτίνουν φόρο τιμής στα σύγχρονα ερείπια, στα ερείπια της πόλης. Αυτά τα ερείπια, καταλήγουν στα έργα σου να πλησιάζουν την αναπαράσταση αρχαίων ερειπίων. Τα αντικείμενα τιμώνται και τονίζεται η ποιητική και καλλιτεχνική τους αξία. Γιατί επέλεξες την έννοια του ερειπίου για να εκφράσεις τις ιδέες σου ; Το ερείπιο μπορεί να χαρακτηρίσει κάτι που έχει μια ιδιαίτερη ιστορική αξία αλλά να έχει και μια εννοιολογική ερμηνεία ως μια πτυχή της υποταγής στην καταστροφή.
AZ: Με γοήτευαν τα αρχαία ερείπια από την παιδική μου ηλικία : είναι αινιγματικά, ανήκουν σε μια μακρινή εποχή που δεν μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε, αντιστέκονται στο χρόνο και είναι ως επί το πλείστων δυσανάλογα σε μέγεθος. Στη σειρά Landmarks, για παράδειγμα, το λείο σκυρόδεμα αντικαταστάθηκε από ένα διαβρωμένο πέτρινο υλικό εμπνευσμένο από την υφή που έχουν τα αρχαία απομεινάρια. Υπήρξαν πάντα σημείο αναφοράς στην Ιστορία της Τέχνης. Τον 18ο αιώνα, οι γόνοι αριστοκρατικής καταγωγής είχαν μάλιστα το προνόμιο να ταξιδεύουν στις χώρες της Μεσογείου και της Ανατολής με σκοπό να ενισχύσουν την εκπαίδευσή τους μέσα από την επαφή με τα ερείπια των αρχαίων πολιτισμών. Σήμερα, η γοητεία μας δεν περιφέρεται πλέον στα αρχαία ερείπια μόνο, αλλά είναι πραγματικά εγγεγραμμένη στα απομεινάρια της δικής μας κοινωνίας. Τα δομικά υλικά και τα εργοτάξια κατακλύζουν σήμερα τα αστικά κέντρα και την σύγχρονη οπτική κουλτούρα.
ΜΞ: Στόχος όλων των σειρών είναι η αφαίρεση της λειτουργικότητας των αντικειμένων που αναπαρίστανται. Πόσο σε ενδιέφερε στην αρχή αυτής της δουλειάς, εάν τα τελικά σχήματα θα θυμίζουν το αρχικό αντικείμενο; Πώς μπορεί να λειτουργήσει ο «φόρος τιμής» στα αστικά ερείπια όταν δεν είναι πλέον δυνατό να αναγνωριστούν από τον θεατή;
AZ: Αντιλαμβάνομαι τη δουλειά μου γύρω από τα αστικά ερείπια περισσότερο ως παρατήρηση παρά ως φόρο τιμής. Το φωτογραφικό έργο των Bernd & Hilla Becker έχει επηρεάσει αρκετά την προσέγγιση μου. Η φαινομενική έλλειψη λειτουργικότητας στα αρχαία ερείπια υπογραμμίζει την εκφραστική τους δύναμη: είναι μια σημαντική πτυχή στο ερείπιο, ίσως υποδηλώνει σε κάποιους μια ιερή ή πνευματική λειτουργία ελλείψει υλικής χρησιμότητας. Αυτό ακριβώς ψάχνω, να τα παρουσιάσω άχρονα, παραμορφώνοντάς τα τόσο ώστε να κάνουν τους θεατές να μην σταθούν στην αρχική τους φύση ακόμα και εάν την αναγνωρίσουν.
ΜΞ: Τι ρόλο παίζουν το φως και οι σκιές στη δουλειά σου;
AZ: Είναι μια βασική πτυχή της ζωγραφικής μου δουλειάς. Εκ φύσεως, η πρακτική του κάρβουνου που χρησιμοποιώ όταν δουλεύω, συνδέεται με το φως μέσω της χρήσης του αλλά και με το ασπρόμαυρο. Τεχνικά τώρα, δουλεύω τον άνθρακα σε διαδοχικά στρώματα, σβήνοντας για να αποκαλύψω το φως. Από οπτική άποψη, το φως και η σκιά είναι τα πρώτα στοιχεία που ορίζω στις εικόνες μου. Δημιουργώ έτσι τις αντιθέσεις και επισημαίνω ορισμένες ζώνες που θέλω να υπογραμμίσω. Το φως είναι απαραίτητο για τα σχέδιά μου: μου επιτρέπει να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον παρά την απουσία οποιουδήποτε πλαισίου, δημιουργεί το ίδιο μια ατμόσφαιρα (ηλιόλουστη, νυχτερινή…) μέσω των σκιών και ανάλογα με την έντασή του.
ΜΞ: Η σειρά Utilitarian Ruins (2020) δείχνει μια διάθεση να βγεις στο χώρο. Πώς πιστεύεις ότι θα εξελιχθεί η δουλειά σου;
AZ: Η σειρά αποτελείται από ένα σύνολο μικρών γλυπτών από σκυρόδεμα και βρίσκεται προς το παρόν σε πειραματικό στάδιο. Πράγματι αυτό το έργο σηματοδοτεί την επιθυμία μου να ξεφύγω από τις δύο διαστάσεις. Είμαι σε σκέψεις ωστόσο ακόμα για το πώς θα εξελιχθεί αυτή η σειρά. Προς το παρόν, σκέφτομαι καινούργια έργα και ελπίζω ότι στο επόμενο διάστημα μέσα από αυτά θα προκύπτει μια νέα ανάγνωση ή κατεύθυνση στη δουλειά μου. Ο πειραματισμός με νέες τεχνικές θα συνεχιστεί, ενώ ήδη μια νέα σειρά σχεδίων βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη.
…….
Περισσότερες πληροφορίες για τον Alexandre Zhu: https://alexandrezhu.com/Info
FR/
Alexandre Zhu est un artiste français, originaire de Chine, né en 1993. Ses années d’enfance ont été partagées entre Shanghai et Paris, ce qui a par la suite influencé de manière créative l’esthétique de sa pratique artistique. Il est diplômé de l’École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs de Paris en 2018 et a également étudié à School of Fine Arts de New York. Il vit et travaille aujourd’hui à Paris et son activité artistique se poursuit par un travail systématique et quotidien dans son atelier. Ses œuvres se caractérisent par la pratique du dessin au fusain, tandis que récemment une nouvelle série a été lancée à travers laquelle il tente d’essayer la sculpture en trois dimensions. Influencé par ses voyages et son séjour dans les grandes métropoles (Paris, New York, Shanghai), l’observation du paysage urbain et des constructions et matériaux du bâtiment sont au cœur de sa création artistique.

Fusain sur papier, 30×40 cm, 2021
Maria Xypolopoulou : Ton travail se divise en deux volets, d’une part le paysage naturel (Awaiting, 2019, Hadal, 2020) et d’autre part le paysage urbain à travers la représentation des objets de construction (Leviathan, 2020-2021, Armour Units, 2020, Landmarks 2017-2020). Comment as-tu commencé ces séries et comment ces recherches parallèles sont-elles évoluées dans ces deux domaines ?
Alexandre Zhu : J’ai été marqué par l’évolution massive de Shanghaï, ville dont est originaire ma famille et où je passais plusieurs mois par an. Je ne reconnaissais plus certains quartiers à chaque voyage. Y allant de moins en moins régulièrement, cet effet s’est accentué au fil des années, et cet état transitoire de construction, omniprésent dans les villes modernes, est finalement devenu une vue très familière. Lors d’un échange à New-York, j’ai commencé à observer les similitudes de cette esthétique du chantier entre toutes les grandes métropoles mondiales. En débutant avec un travail photographique de documentation et d’archivage, la série des dessins Landmarks puise ses premières sources d’inspirations dans les constructions de New-York en reprenant ces éléments ultra-mondialisés. Ce travail s’est ensuite poursuivi avec l’observation d’objets standardisés que je retrouvais à travers différentes villes. Influencé par le romantisme (Friedrich, John Martin), mon travail autour du paysage reflète l’opposition de ces constructions souvent controversées face à la nature, et tente d’instaurer un imaginaire contemplatif. À l’instar des formes de béton, ces paysages où le contexte est volontairement retiré sont distants et avec peu de repères, laissant toute interprétation possible.
MX : Les premiers dessins de la série Landmarks (2017-2020) se caractérisent par un hyper-réalisme. Cependant, la série évolue différemment (Léviathan 2020-2021) ; il devient de plus en plus difficile à identifier la nature exacte des objets. Le début parallèle de la série des paysages marins, signale un second niveau : le passage de quelque chose de très spécifique à des gestes plus libres, voire à la liberté.
AZ : La série Landmarks isole des éléments de construction éphémères produits en masse sur un paysage effacé et inexistant, évoqué par le blanc du papier. Retirant ainsi leur appartenance à un contexte, j’ai souhaité les ériger telles des sculptures énigmatiques. Les premiers dessins sont relativement fidèles à l’objet originel, mais j’ai choisi par la suite de modifier leur apparence afin d’opacifier leur nature exacte. Devenant alors plus abstraits, ces objets peuvent dépasser leur condition et renvoyer à d’autres imaginaires (Armour Units). Quant à la série Leviathan, elle ne considère plus l’objet dans son ensemble, mais se focalise sur des fragments de machines. Nommé d’après le monstre mythologique à la fois capable d’anéantir et de reconstruire le monde, j’ai souhaité les personnifier, en détaillant leur structure comme une morphologie. Cette abstraction s’est récemment accentuée avec une volonté technique : le travail des matières, essentiel dans mes dessins, m’a naturellement orienté vers des gestes progressivement plus larges, plus souples, en travaillant de larges surfaces (Primitive displays). Les séries ont évolué vers des cadrages de plus en plus proches. C’est également une volonté de ne plus reproduire l’objet ou le paysage mais de se plonger dans leur détail afin d’en faire émerger des fragments (Leviathan, Hadal).

Fusain sur papier, bois, aluminium, 120×150 cm, 2021
MX : Qu’est-ce qui t’a amené à choisir ces objets spécifiques ? « Ruines d’une ère globalisante, galopante et uniformisante, ruines d’une architecture brutale d’inspiration soviétique » comme souligne Arslane Smirnov.
AZ : Les premiers objets sont issus d’une observation de notre paysage urbain, et se focalise sur ces objets uniformisés de chantier. En développant ce travail, je me suis intéressé à leur symbolique : leur présence globalisée, leur production en masse, créent une certaine forme d’homogénéisation mondiale. C’est précisément cet aspect universel qui m’intéresse. L’ancrage dans l’actualité et la fonction des objets sont des facteurs sous-jacents mais essentiels pour le choix de mes dessins. Les titres y font souvent référence : réalisée fin 2019, la série Waves (en référence à l’expression « global protest wave ») fait écho à l’avènement d’un phénomène de manifestations de masse ayant eu lieu cette année-là dans le monde. Inspirés d’images de presse, ces dessins mettent en scène des drapeaux vierges, rigides et fissurés, n’attestant plus d’une appartenance à un pays ou à un groupe.
MX : Le début de ce travail était fait par ton mémoire d’études sur la « mort des ruines » suivi d’une série de photographies qui rend hommage aux ruines contemporaines, aux ruines de ville. Ces ruines, finissent dans ton travail d’être proches à la représentation des ruines antiques. Les objets sont mis en honneur, leur valeur poétique et artistique est accentuée. Comment as-tu choisi la notion de ruine pour exprimer tes idées ? Une ruine peut être à la fois en valeur, mais a également un aspect de la soumission en destruction.
AZ : Je suis fasciné par les ruines antiques depuis mon enfance : énigmatiques, elles appartiennent à une époque imperceptible, résistent au temps, et sont pour la plupart démesurées en taille. Pour la série Landmarks par exemple, le béton lisse a été remplacé par une matière érodée de pierre inspirée de vestiges antiques. Celles-ci ont toujours été des références dans l’Histoire : au XVIIIè siècle, les jeunes étudiants des classes bourgeoises réalisaient «le Grand Tour», un voyage de plusieurs années afin de visiter ces ruines pour s’éduquer. Cependant, notre fascination actuelle n’est plus errante à travers des ruines issues d’un ailleurs, mais réellement inscrite dans les vestiges de notre propre société, où les grands centres urbains se peuplent de chantiers éphémères. Ces décors à l’aspect brutaliste et post-industriel se retrouvent partout aujourd’hui dans notre culture visuelle. La science-fiction du XXIème siècle relate souvent des paysages post-apocalyptiques d’un futur proche établi dans notre propre environnement, où je retrouve d’ailleurs fréquemment les éléments de mes dessins. Cette notion de ruine me permet une mise en perspective, une distanciation de mes sujets avec notre temps.
MX : Le but de toutes les séries est de supprimer la fonctionnalité des objets représentés. À quel point tu étais intéressé au début de ce travail, si les formes finales rappellent l’objet original ? Comment « l’hommage » aux ruines urbaines peut-il enfin fonctionner alors qu’il n’est plus possible qu’ils soient reconnus par le spectateur ?
AZ : L’absence apparente de fonctionnalité dans les ruines antiques souligne leur force expressive : c’est un aspect important dans la ruine, évoquant peut-être pour certains une fonction sacrée ou spirituelle par l’absence d’utilité matérielle. C’est précisément ce que je recherche : les représenter hors du temps en les dénaturant suffisamment pour faire oublier leur vocation première, pour que ces ruines industrielles côtoient une certaine monumentalité. Le travail photographique de Bernd et Hilla Becher a été d’une grande influence par leur approche frontale et rigoureuse de constructions industrielles jugées « anonymes ». Je perçois davantage mon travail autour des ruines urbaines comme un constat plutôt qu’un hommage, une sorte de mise en lumière de ces éléments éphémères et invisibles à travers un simulacre.
MX : Quel rôle jouent la lumière et les ombres dans ton travail ?
AZ : Cet aspect est essentiel dans mon travail de dessin. Naturellement, la pratique du fusain est liée à la lumière par son utilisation et au noir et blanc. C’est une direction que j’ai poussée dans ma pratique, ne laissant aujourd’hui plus aucune place au trait : je travaille le charbon par couches successives et par effacement pour faire apparaître la lumière. D’un point de vue visuel, l’ombre et la lumière sont les premiers éléments que je définis en amont sur mes images. Je crée ainsi les contrastes, et mets en valeur certaines zones que je souhaite souligner. La lumière est primordiale dans mes dessins : elle me permet d’évoquer un environnement malgré l’absence de tout contexte, en faisant apparaître une atmosphère (ensoleillé, nocturne, néon…) par les ombres et l’intensité lumineuse.
MX : La série Utilitarian Ruins (2020) montre une volonté de ta part de sortir créativement à l’espace. Comment penses-tu évoluer ton travail? Quels sont tes prochaines étapes ?
AZ : Utilitarian Ruins est un ensemble de petites sculptures de béton que je considère encore comme une expérimentation. Ce travail marque en effet une volonté de sortir de la 2D : je réfléchis actuellement des projets dans l’espace pour apporter une nouvelle lecture à mon travail, plus narrative et diversifiée. J’ai travaillé sur des encadrements en acier ; c’est un axe que j’essaie d’approfondir en pensant à de véritables structures pour mes dessins. En parallèle, j’expérimente de nouvelles techniques et une nouvelle série de dessins est en cours.