Οι άνθρωποι μπορεί να μη θυμούνται τι έκανες ή τι τους είπες, αλλά πάντα θα θυμούνται πώς τους έκανες να αισθανθούν.
Μάγια Αγγέλου
Το κέντρο φυγής της Μανταλίνας Ψωμά είναι τα μάτια.
Το εργαλείο διαφυγής της είναι το βλέμμα.
Ακόμη και όταν δεν υπάρχει ανθρώπινη παρουσία στις ζωγραφιές της, είναι πάντα εκεί: Το βλέμμα των ανθρώπων, σε παρουσία ή απουσία, εν γνώσει ή στην απόγνωση τους, με επίγνωση ή χωρίς, συνδέεται ακαριαία με αυτό του θεατή τραβώντας τον απαλά αλλά στιγμιαία μέσα στην εικόνα. H Mανταλίνα Ψωμά ζωγραφίζει ψυχισμούς και συναισθήματα.
Το πρόσωπο γίνεται ο χώρος, ο χώρος το πρόσωπο.
Το βλέμμα γίνεται ο δρόμος.
Σε στοιχειώνει σε τυλίγει, σε τραβά έξω από σένα σε οδηγεί απ’ την καρδιά σπρώχνοντας σε, σε μια ιστορία που σίγουρα έχεις βιώσει: αναμονής, υπομονής, προσμονής, θλίψης, προσδοκίας, Ευδοκίας. Εισβάλλεις στον χώρο που έχει δημιουργήσει, καλώντας σε, όχι βίαια αλλά γλυκά σαν να σε τραβά απ’ το μανίκι, νιώθοντας την ανατριχίλα από τα δάχτυλα των ποδιών να ανεβαίνει σαν σκίρτημα στα γόνατα, την κοιλιά, το στήθος, τα χέρια, τον λαιμό, αθόρυβα στα φροντισμένα, τακτικά, με γούστο διακοσμημένα δωμάτια, λίγο πριν ξεσπάσει η καταιγίδα… Εκεί όπου πάντα παραμονεύει αυτό που δεν είναι προφανές και εύκολο: η ύπαρξη και η φθορά, η ήττες και τα λάθη, η λήθη και η μοναξιά, η μοίρα και το ριζικό ή ο χαρακτήρας, το σώμα. ‘Το ίδιο το σώμα και προ πάντων η επιφάνεια του, είναι ένας τόπος από τον οποίο μπορούν να ξεκινούν ταυτόχρονα εξωτερικές και εσωτερικές αντιλήψεις. Θεωρείται ως ένα αντικείμενο σαν τα άλλα, αλλά παράγει κατά την αφή δύο είδη αισθήσεων, εκ των οποίων η μία μπορεί να είναι αντίστοιχη μιας εσωτερικής αντίληψης. [1]
Η Μανταλίνα Ψωμά κραυγάζει έχοντας τον ήχο βουβό, με τα μάτια ανοιχτά, όλα αυτά που ξεχνάμε ή δεν θέλουμε να θυμόμαστε σε πρώτο πλάνο, αλλά είναι κρυμμένα σε συρτάρια και δωμάτια, σε φροντισμένες τυχερές ή λυπημένες τύχες, σε επιβεβλημένους ή ραγισμένους τοίχους σαν σε Λανθεμικό ανάθεμα, το ρήμα, το αντικείμενο, το ουσιαστικό στο τραπέζι, όπου δεν υπάρχει τίποτε άλλο να ειπωθεί, όλα σωστά, μετρημένα, ρυθμισμένα όπως έπρεπε-έπρεπε? όλα τοποθετημένα σαν το αναπόφευκτο της μοίρας, βουτώντας τα μάτια αντί για γλώσσα σε χώρους του Ντελέζ* , σε στιγμές που μοιάζουν σαν εκτόνωση από το καθωσπρέπει, στο καθώς δεν πρέπει, βρίσκοντας τελικά το μονοπάτι της εξόδου σαν την ηρωίδα του Λαβύρινθου*, να μιλά με τα μάτια, να ανοίγει το βλέμμα σε χώρο, να το κάνει δωμάτιο, μονοπάτι, κήπο, βουνό, σκηνή από ταινία, λύκους στο χιόνι, παιδιά στο σαλόνι, χαρίζοντας μας το εσωτερικό βλέμμα, ως νιάσιμο, ως προτροπή, ως διάδρομο και διαφυγή.
* οι χώροι στον Ζυλ Ντελέζ δεν είναι στεγανοί αλλά αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, για παράδειγμα για την φιλοσοφία και τον κινηματογράφο, γράφει στο βιβλίο του Κινηματογράφος 1 – Η Εικόνα – Κίνηση, εκδόσεις, Νήσος: ‘Ο κινηματογράφος, για τον Ντελέζ, δεν είναι μια γλώσσα που απαιτεί ερμηνεία, αναζήτηση κρυφών νοημάτων. Μπορεί να εννοηθεί ως μια σύνθεση από προλεκτικά σημεία και εικόνες.’
Ο Ντελέζ επαναεξετάζει στο έργο του όρους όπως η επίθυμία (με θετικό πρόσημο αντίθετα από τον Φρόυντ) και η επίδραση (η τέχνη είναι αποτέλεσμα των επιδράσεων και των αισθήσεων) και μιλά για την ζωή σαν να είναι μια διαδικασία συνένωσης και αλληλεπίδρασης. Η επιθυμία είναι η σύνδεση.
* *Σκηνοθέτης της ταινίας Labyrinth είναι ο δημιουργός του Muppet Show, Jim Henson, την παραγωγή έκανε ο μεγάλος George Lucas, ο Terry Jones των Monty Python έγραψε το πρώτο ντραφτ του σεναρίου και ο David Bowie μαζί με τη -νεαρή τότε- Jennifer Connelly ήταν οι πρωταγωνιστές. Όσοι μάλιστα γνωρίζουν τον Brian Froud, εκεί θα θαυμάσουν το ξεκίνημα της δουλειάς του ως σχεδιαστή κάποιων εκ των goblins (αποκλειστικό μυστικό: το μωράκι που πρωταγωνιστεί, ο Τόμπυ, είναι ο γιος του Brian Froud).
https://www.willowisps.gr/main/the-labyrinth-/20/10/2017
[1] TO ΕΓΩ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΤΟ, Sigmund Freud, μτφ. Δανάη Παναγιωτοπούλου, εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα 2010