‘Μια μέρα, η μαμά μου, η Κασσάνδρα, μου έφερε μια ωραία κούκλα, για να μου την κάνει δώρο. Ήτανε μεγάλη και για μαλλιά είχε κίτρινους σπάγκους. Την κοίμισα στο κουτί της, αφού πρώτα της έκοψα τα πόδια και τα χέρια για να χωράει. Αργότερα της έκοψα και το κεφάλι για να μην είναι βαριά. Τώρα την αγαπώ πολύ.’
Μαργαρίτα Καραπάνου, Η Κασσάνδρα και ο Λύκος.
Τριγυρνώντας στις Πτυχιακές της ΑΣΚΤ 2020 – Πρώτο μέρος, ξεφεύγω από τον εκθεσιακό χώρο και μπαίνω στα εργαστήρια. Συγκεκριμένα έχω εισβάλλει στο εργαστήριο του καθηγητή Γ. Καζάζη και σε ένα τμήμα του εργαστηρίου, χώρος δουλειάς κάποιου σπουδαστή, μπροστά μου εμφανίζεται μια έκρηξη χρώματος, ένα φουτουριστικό τοπίο και μια οργανική μεταλλική μορφή που πάλλεται – ξεχύνεται από πίνακα σε πίνακα, μου φέρνει στο νου έναν ψυχεδελικό H.G.Giger σε αποσύνθεση, ή σε σύνθεση, φτιάχνοντας τα δικά του aliens, μορφές άγνωστες, σε χώρο εσωτερικό ή μελλοντικό άραγε, αναρωτιέμαι και πραγματικά μου δημιουργείται η περιέργεια από ποιόν προέρχονται όλα αυτά και κυρίως γιατί.
Αναζητώ τον καλλιτέχνη μέσω μαίηλ, είναι ένα νέο παιδί, τον λένε Χρήστο Κατσίνη. Του ζητώ να συνομιλήσει* μαζί μου, για να λύσω τις απορίες μου σχετικά με την πηγή αυτής της έκρηξης του χρώματος και της φόρμας.
*(Πρέπει να σκεφτώ τον τρόπο συνομιλίας, αυτός προκύπτει από τις συνθήκες, βρισκόμαστε εν μέσω πανδημίας και αναγκαστικού εγκλεισμού. Ταιριάζει υπέροχα με την δουλειά του, δηλ μια εξερεύνηση από απόσταση, ενός άγνωστου ψυχικού χώρου, με μηχανικό-ιντερνετιστικό τρόπο, όπως τα δομικά υλικά των έργων του, την επαναλαμβανόμενη συρραφή φωτογραφιών. Με κάθε καλλιτέχνη, λειτουργώ διαφορετικά, φτιάχνω ένα σενάριο, με ήρωα και πρωταγωνιστή τον καλλιτέχνη, εδώ προσπαθώ να τον μελετήσω, χρησιμοποιώντας τους τρόπους που φτιάχνει τα έργα του και στην περίπτωση του Χρήστου, έφτιαξα ένα κολάζ – δηλ του στέλνω τις ερωτήσεις με μαίηλ – επικολλώ τις απαντήσεις.)
Συνέντευξη 5-12-2020
Χρήστο μου καλησπέρα. Πες μας λίγα πράγματα για σένα.
1.Πότε τελείωσες την σχολή? Με ποιόν καθηγητή? Ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα πριν από λίγους μήνες συγκεκριμένα τον Οκτώβρη του 2020 με καθηγητή τον Γιώργο Καζάζη και συνεργάτες τον Παναγιώτη Σιάγκρη, τη Δήμητρα Χανιώτη και τη Μάγδα Σιάμκουρη.
2.Ποιούς καλλιτέχνες θαυμάζεις? Εδώ μπορείς να μου αναφέρεις ζωγράφους, μουσικούς, σκηνοθέτες, ότι επιθυμείς. Πιστεύεις ότι κάποιος καλλιτέχνης υπάρχει σαν έμπνευση στην δουλειά σου?
Αναφορές και επιρροές για τη δουλεία μου έχω από πολλούς καλλιτέχνες, ζωγράφους, σκηνοθέτες, συγγραφείς. Πιο συγκεκριμένα αναφέρω τους: Mona Hatoum, Adriana Minolliti, Mark Rothko, George Condo και Robert Nava. Από σκηνοθέτες λατρεύω ιδιαίτερα την αισθητική του Νίκου Νικολαΐδη, πιο συγκεκριμένα, ταινίες όπως ΕΥΡΙΔΙΚΗ Β.Α 2037 και SINGAPORESLING, τον σκηνοθέτη David Lynch και την ταινία “THE ALPHABET (1969)”. Σημαντικά βιβλία για μένα, που έχουν παίξει ουσιαστικό ρόλο στην δουλειά μου είναι τα εξής : Sigmund Freud-Uncanny (Το Ανοίκειο), John Berger-Ways of Seeing (Η εικόνα και το βλέμμα) καθώς και η Suzan Sontag με το Regarding the pain of others (Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων). Σημαντική για μένα έμπνευση είναι η Γιαπωνέζικη αρχιτεκτονική καθώς και η αρχιτεκτονική των καθεδρικών ναών του μεσαίωνα.
3.Μίλησε μου για αυτό που κάνεις. Για την τεχνική που χρησιμοποιείς αλλά κυρίως για το θέμα σου. Από πού προκύπτουν αυτές οι οργανικές φόρμες που ξεχύνονται στον χώρο? Έχεις ένα συγκεκριμένο θέμα-εικόνα ή το έργο προκύπτει στην πορεία?
Δουλεύω με βάση τα ένστικτα τα οποία πιστεύω ότι μας βοηθάνε να προλάβουμε, να αποφύγουμε αλλά πολλές φορές να εκμεταλλευτούμε κάτι δυσάρεστο. Όλη μας η ζωή περιτριγυρίζεται από εικόνες και μερικές φορές αυτές τις βιώνουμε σαν κάτι ξένο και ενοχλητικό και προσπαθούμε να το κάνουμε οικείο γι’ αυτό και το φωτογραφικό κολλάζ στα έργα μου είναι σημαντικός παράγοντας.
Εικόνες παιχνιδιών αλλά και αντικείμενα που λειτουργούν συμβολικά, βασανισμού του ανθρώπου, του εγώ μας, ασαφή ζωγραφικά τοπία καθώς και παιδικά βλέμματα σε ρυθμική, εμμονική, πολλές φορές επανάληψη και ανασύνθεση. Βασική αναφορά σε όλο αυτό έχω από το βιβλίο του Sigmund Freud – Uncanny (το Ανοίκειο) το οποίο αναφέρεται στην ενστικτώδη μανία των παιδιών και αποδόμηση των παιχνιδιών τους και την εκ νέου δημιουργία ενός προσωπικού τους κόσμο, πολλές φορές εφιαλτικό και μακάβριο και όχι τόσο χαρούμενο, παιδικό και αθώο που το έχουν πολλοί στο μυαλό τους. Το ένα έργο με πάει στο επόμενο ανάλογα τις ανάγκες του γι’ αυτό και πολλά από τα έργα μου καταλήγουν πολύπτυχα. Δουλεύονται μαζί και το ένα μου δίνει αφορμή για το άλλο.
4.Είσαι ένα νέο παιδί που ξεκινάς τώρα. Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζεις? Τι θα ήθελες να λειτουργεί διαφορετικά στον κόσμο της Τέχνης? Τι πιστεύεις ότι θα έπρεπε να συμβεί για να βοηθηθούν οι νέοι καλλιτέχνες στην πορεία τους?
Για να τα πούμε λίγο ρεαλιστικά τα πράγματα χωρίς να κρυβόμαστε, δυσκολίες σε όλους τους χώρους υπήρχαν, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αν δε αλλάξουν κάποιες παγιωμένες νοοτροπίες.
Πιο συγκεκριμένα για έναν νέο καλλιτέχνη οι δυσκολίες αρχίζουν να δημιουργούνται από τους ίδιους τους χώρους τέχνης, εννοώντας ότι οι ευκαιρίες για προβολή της δουλειάς και της προώθησης νέων καλλιτεχνών, δυστυχώς είναι πολύ λίγες και πολύ επιλεκτικές στην Ελλάδα. Είναι ένας πολύ κλειστός κύκλος σε αντίθεση με την ελευθερία της τέχνης. Στο εξωτερικό τα πράγματα είναι πιο ανοιχτόμυαλα και πιο εκσυγχρονισμένα σε αυτό το κομμάτι. Υπάρχουν χώροι στην Ελλάδα που στηρίζουν νέα παιδιά στα όνειρα τους και τους δίνουν το βήμα, λίγοι μεν αλλά υπάρχουν. Υπάρχουν όμως δυστυχώς και νοοτροπίες που κατά τη δική μου άποψη έχουν καταστρέψει όλο το χώρο, για παράδειγμα εκθέσεις με χρηματικό αντίτιμο απλά για το ‘φαίνεσθαι’, χωρίς καμία προοπτική σοβαρής προβολής των καλλιτεχνών, μόνο εκμετάλλευση και ιδιαίτερα στα ποσοστά των έργων τέχνης , καθώς και μια προβολή των καλλιτεχνών πολύ επιφανειακή, όχι ουσιαστική.
Αυτό πιστεύω, πως αν αλλάξει αυτή η νοοτροπία και αλλάξει ο τρόπος συμπεριφοράς, ως προς τους νέους καλλιτέχνες, που είναι το μέλλον και γίνει μια ουσιαστική και με σοβαρότητα δουλειά με ανακύκλωση ιδεών και όχι συνέχεια μια προβολή σε πολυφορεμένες συνταγές που δεν οδηγούν πουθενά, καθώς και προσπάθεια για περισσότερα ανοίγματα στο εξωτερικό με νέους συλλέκτες και νέες προοπτικές νομίζω, θα πάει ο χώρος ένα βήμα μπροστά και θα βοηθηθούν πολλά άτομα.
Από τα λόγια του Χρήστου σημειώνω το πείσμα και την φλόγα, ως καλλιτέχνη και την ανάγκη και ελπίδα να βρεθούν άνθρωποι που θα ασχοληθούν με την Τέχνη όχι από υστεροβουλία αλλά από τρέλα και πάθος με όραμα και στρατηγική.
Ευχαριστώ για την όμορφη συνέντευξη, εύχομαι από καρδιάς καλή συνέχεια με δύναμη και κουράγιο.